Bitcoin $100.000: Ό,τι “πετάει” φορολογείται! Γιατί ό,τι δεν “φορολογείται”, δεν υπάρχει…

Του Δημήτρη Τσαγκάρη*

Η επικείμενη νομοθετική τροποποίηση του κώδικα φορολογίας εισοδήματος δια της οποίας θα καθορισθεί ρητώς  η φορολόγηση κερδών από bitcoin τυγχάνει μία ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη και θετική εξέλιξη, σε ένα πεδίο με ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον και συμμετοχή παγκοσμίως τα τελευταία έτη.

Τούτο διότι έρχεται να ρυθμίσει ένα πεδίο το οποίο μέχρι σήμερα δεν είχε τύχει της προσοχής του φορολογικού νομοθέτη και παρήγαγε τεράστια κενά και ανασφάλεια δικαίου στον τρόπο φορολόγησης των σχετικών εισοδημάτων, όταν ο αποκτών είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος.

Ειδικότερα σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας του φόρου όπως αυτή απορρέει από το άρθρο 78 του Συντάγματος, τίποτα δεν μπορεί να φορολογηθεί αν δεν προβλέπεται ρητώς σε κείμενο νόμου.

Συνέπεια αυτού ήταν η αδυναμία υπαγωγής, με ασφάλεια δικαίου, του συγκεκριμένου κέρδους από πώληση bitcoin σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία εισοδήματος. Υποστηρίζετο (ορθά όπως και επίκειται να υιοθετηθεί νομοθετικά) η άποψη ότι αυτό αποτελεί εισόδημα από υπεραξία κεφαλαίου (capital gains) με εφάπαξ αυτοτελή φορολόγηση 15% – αν ο αποκτών είναι φυσικό πρόσωπο – πλην όμως υπήρχαν και έτερες απόψεις που υποστήριζαν ότι αποτελεί εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, προσέγγιση που συνεπάγεται την κλιμακωτή φορολόγησή του με συντελεστή έως 44%.

Η ΔΕΔ που προσπάθησε να “αγγίξει” το θέμα σε περίπτωση φορολογουμένου που επικαλέστηκε εισόδημα από πώληση bitcoin για κάλυψη τεκμηρίων, εξετάζοντας παρεμπιπτόντως το θέμα, απέρριψε αυτό ως τρόπο κάλυψης με το σκεπτικό ότι δεν αποτελεί εισόδημα ρυθμιζόμενο από το νόμο, άρα δεν αποτελεί εισόδημα.

Όλη η ανωτέρω πολυφωνία και αοριστία είχε συνέπειες πολλαπλών διαστάσεων όπως:

– αδυναμία του κράτους να φορολογήσει με βεβαιότητα τα σχετικά εισοδήματα.

– επικινδυνότητα στους φορολογικούς ελέγχους, ο εκάστοτε ελεγκτής να εφαρμόσει κατά το δοκούν αυτό που πιστεύει και να πάει π.χ. και με τη προσέγγιση του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα με συνέπεια φορολόγηση έως 44% συν πρόστιμα και τόκους που θα άγγιζαν το 100%  – ήτοι “δήμευση του όλου ποσού” ..

– αδυναμία του ίδιου του φορολογούμενου – φορολογικού κάτοικου Ελλάδος να αναλώσει/επενδύσει στην Ελλάδα το σχετικό εισόδημα – κέρδος με αντίστοιχη ασφάλεια, φοβούμενος τις απρόβλεπτες και αρρύθμιστες συνέπειες ενός φορολογικού ελέγχου.

Η φορολόγηση ως εισόδημα από υπεραξία κεφαλαίου είναι όντως η καταλληλότερη, σύμφωνα με τη φύση του συγκεκριμένου εισοδήματος και αναμένουμε με ενδιαφέρον τη ρύθμιση ειδικότερων τεχνικών ζητημάτων, ιδίως :

– τον τρόπο που θα αποδεικνύεται το κόστος κτήσης και αντίστοιχη τιμή πώλησης των σχετικών νομισμάτων για να εξαχθεί το σχετικό κέρδος.

– το αν η φορολόγηση θα είναι αυτοτελής σε κάθε αγοραπωλησία όπως – για παράδειγμα – έχει ρυθμιστεί σε αντίστοιχες περιπτώσεις στα τυχερά παίγνια ή αν, αντιθέτως,  θα αξιολογείται το κέρδος σε ετήσια βάση με βάση την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων και επομένως θα αξιολογείται αν προκύπτει κέρδος από το σύνολο των συναλλαγών εντός έτους, ως επίσης και αν, η τυχόν προκύπτουσα ζημία θα μπορεί να μεταφέρεται σε επόμενα έτη.

*Οικονομολόγου ΜΑ-Φοροτέχνη – Διευθύνοντος Συμβούλου της FAO Economics AE

elΕλληνικά