logo
The,Butler,Is,Pressing,The,Calculator,Calculate,The,Various,Costs

Μέτρα αποφυγής κατασχέσεων και άμυνας επί ποσών που καταλογίζονται βάσει φορολογικού ελέγχου

Η ελληνική φορολογική διοίκηση είναι από το 2014  εξοπλισμένη με το μοναδικό προνόμιο να βεβαιώνει, εμπροσθοβαρώς, ύστερα από την ολοκλήρωση του φορολογικού ελέγχου και με μόνη την κοινοποίηση των σχετικών πράξεων στον ελεγχόμενο -ανεξαρτήτως άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής- το 100% των καταλογισθέντων φόρων, τόκων και προστίμων.

Μοναδικό προνόμιο, διότι σε αντιδιαστολή με τις ιδιωτικές διαφορές όπου μία απαίτηση για να γίνει εκτελεστή, πρέπει να έχει τελεσιδικήσει -ήτοι να έχει αξιολογηθεί από καταρχήν δύο βαθμούς δικαστικής δικαιοδοσίας-  τα ποσά που καταλογίζει μονομερώς η φορολογική διοίκηση απολαμβάνουν άμεσης εκτελεστότητας.

Ειδικότερα, μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας πληρωμής αυτών – ήτοι 30 ημέρες από την κοινοποίησή τους χωρίς να έχουν τύχει οποιασδήποτε δικανικής αξιολόγησης- καθίστανται απαιτητά.

Οι λόγοι που υπαγορεύουν το σχετικό μοναδικό προνόμιο συνδέονται ιδίως με την αρχή της νομιμότητας που διέπει κατά κανόνα τη διοίκηση, της οποίας οι πράξεις απολαμβάνουν ένα “τεκμήριο ορθότητας” από την ημέρα της έκδοσής τους μέχρι ενδεχομένως να ανακληθούν ή να ακυρωθούν από το αρμόδιο δικαστήριο.

Άρα ως εκδοθείσες από τη διοίκηση που -καταρχήν “δεν σφάλει”- αποτελούν έγκυρο τίτλο για την άμεση επιδίωξη είσπραξης αυτών.

Θυμίζουμε ότι η”αρχιτεκτονική” αυτή των φορολογικών οφειλών,  υφίσταται διαχρονικά με μία ειδοποιό διαφορά:

Ο νομοθέτης αρχικά -αναγνωρίζοντας αφενός το ενδεχόμενο η φορολογική διοίκηση να σφάλει, αφετέρου τον χρόνο εκδίκασης μίας φορολογικής προσφυγής η οποία διαγιγνώσκει το σχετικό σφάλμα- είχε θεσπίσει (σοφά)  ένα μηχανισμό προ βεβαίωσης με την άσκηση της προσφυγής.

Όμως το σχετικό ύψος βεβαίωσης υπέστη διαδοχικές νομοθετικές  αλλαγές  με αποτέλεσμα  το ποσοστό 10% προ βεβαίωσης (που ίσχυε από το 2004 δυνάμει του Ν. 3296/2004, ο οποίος μάλιστα προέβη σε μείωση από το ήδη τότε ισχύον 20%), να αυξηθεί σε 25% δυνάμει του Ν. 3842/2010, κατόπιν σε 50% δυνάμει του Ν. 3943/2011 για να καταλήξει σε 100%, από 1-1-2014,  με τη θέσπιση και ισχύ του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.

Ως φερόμενη στοχοθεσία των προαναφερόμενων τροποποιήσεων αναφέρεται, η πίεση των μνημονίων και η αποσυμφόρηση των δικαστηρίων δια της αποτροπής άσκησης προσχηματικών προσφυγών, με μόνη επιδίωξη την καθυστέρηση βεβαίωσης.

Αληθής όμως επιδίωξη ήταν και είναι η εξυπηρέτηση του ταμειακού συμφέροντος του δημοσίου.

Εξάλλου τα ποσοστά αυτά προ βεβαίωσης και τελικώς ολικής βεβαίωσης δεν συνοδεύτηκαν από αντίστοιχη βελτίωση του χρόνου απονομής της δικαιοσύνης με αποτέλεσμα ο διοικούμενος, με ό,τι ζημία αυτό συνεπάγεται, να βρίσκεται επί σειρά ετών σε ομηρία για το 100% των οφειλών αυτών.

Οφειλές από τις οποίες -όπως θα επεξηγηθεί-  δεν απαγκριστρώνεται πλήρως με καμία μορφή προσωρινής δικαστικής προστασίας παρά μόνον με την ακύρωσή τους από το αρμόδιο δικαστήριο.

Σήμερα λοιπόν  ο φορολογούμενος στον οποίο καταλογίζονται πράξεις φόρων και προστίμων, ακόμα και να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή επί αυτών δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του συνόλου της οφειλής.

Τι επιλογές επομένως υπάρχουν με τις οποίες ο φορολογούμενος θα μπορούσε να αποφύγει νομίμως την άμεση καταβολή (μέρους ή του συνόλου) των αμφισβητούμενων οφειλών;

Ι. Δια του ίδιου του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, παρέχεται στον προσφεύγοντα φορολογούμενο, σε περίπτωση άσκησης προσφυγής (αρχικώς ενδικοφανούς και ύστερα δικαστικής), η δυνατότητα καταβολής του 50% των αμφισβητούμενων ποσών φόρων και προστίμων ως προϋπόθεση αναστολής της είσπραξης του υπόλοιπου 50% αυτών.

Προσοχή της είσπραξης και όχι της βεβαίωσης!

Η  καταβολή του ποσού γίνεται άπαξ κατά τον χρόνο άσκησης της ενδικοφανούς προσφυγής είτε -πλέον- και δια τμηματικής ρύθμισης, όταν δια των καταβληθέντων δόσεων συμπληρωθεί το οφειλόμενο 50%.

Σημειώνουμε ότι η αναστολή αυτή χορηγείται μόνο σε περίπτωση εκούσιας καταβολής από τον προσφεύγοντα φορολογούμενο του 50% και όχι αν το Δημόσιο – με δική του πρωτοβουλία ύστερα π.χ. από κατάσχεση ή συμψηφισμό – τύχει να εισπράξει το 50% της αμφισβητούμενης οφειλής.

Άλλη  δυνατότητα που παρέχεται στον προσφεύγοντα  φορολογούμενο -επίσης δια του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας- είναι η υποβολή μαζί με την ενδικοφανή προσφυγή -ή και αυτοτελώς- αιτήματος αναστολής ενώπιον της ΔΕΔ της ΑΑΔΕ της καταβολής του 50% των καταλογισθέντων ως προϋπόθεση αναστολής είσπραξης του υπόλοιπου 50%.

Το ίδιο δικαίωμα παρέχεται και ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων σε περίπτωση απόρριψής της ως άνω ενδικοφανούς προσφυγής.

Δυστυχώς, η εμπειρία μας είναι ότι σε επίπεδο ενδικοφανούς διαδικασίας της ΔΕΔ της ΑΑΔΕ  το αίτημα γίνεται σπανίως δεκτό!

Τούτο αναδεικνύει το σοβαρότατο έλλειμμα αληθούς προσωρινής δικαστικής προστασίας για το διάστημα των τεσσάρων μηνών που εκκρεμεί η διαδικασία αυτή.

Σημειώνουμε για πολλοστή φορά ότι η καταβολή (ή η αναστολή) του 50% των καταλογισθέντων και αμφισβιτούμενων ποσών δεν αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της ενδικοφανούς -και εν συνεχεία δικαστικής- προσφυγής.

Αποτελεί μόνον προϋπόθεση της μη επιδίωξης είσπραξης από το Δημόσιο του λοιπού 50% των καταλογισθέντων, τα οποία όμως ως βεβαιωθέντα εξακολουθούν να τοκοφορούν από το χρόνο κοινοποίησης των καταλογιστικών πράξεων στις οποίες ερείδονται.

ΙΙ. Το προαναφερόμενο κενό δικαστικής προστασίας ειδικά για το διάστημα τεσσάρων μηνών που εκκρεμεί η υπόθεση ενώπιον της ΔΕΔ, δύναται να καλυφθεί με το ένδικο βοήθημα της ανακοπής ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου.

Ειδικότερα, τα τελευταία έτη υπάρχει πλούσια διοικητική νομολογία η οποία αναγνωρίζει ότι όσο εκκρεμεί μία φορολογική υπόθεση ενώπιον της ΔΕΔ (ενδικοφανής διαδικασία) η φορολογική αρχή έχει δικαίωμα να βεβαιώνει με τοκοφορία τους φόρους και πρόστιμα βάσει ελέγχου, πλην όμως δε δικαιούται να προβαίνει σε επιπλέον μέτρα διοικητικής εκτέλεσης (κατασχέσεις λογαριασμών, ενοικίων κοκ).

Εξάλλου έχει κριθεί ότι απαραίτητη προϋπόθεση για τη λήψη μέτρων εκτέλεσης από τη φορολογική αρχή, είναι η προηγούμενη αποστολή ατομικής ειδοποίησης η οποία αποτελεί την πρώτη ενέργεια προ κατάσχεσης. Παρατηρείται συχνά η εφορία να αποστέλλει ατομικές ειδοποιήσεις οφειλής όσο ακόμα η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον της ΔΕΔ ή και να προβαίνει απευθείας σε κατασχέσεις χωρίς καν την αποστολή της προαναφερόμενης ειδοποίησης.

Σε αυτές τις περιπτώσεις ο προσφεύγων μπορεί και πρέπει να απολαύσει δικαστικής προστασίας δια της άσκησης ανακοπής και αίτησης αναστολής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων με άμεση άσκηση ανακοπής κατά της ατομικής ειδοποίησης ή της κατάσχεσης που επιβάλλεται σε βάρος του.

ΙΙΙ. Τέλος πέραν των προαναφερόμενων δυνατοτήτων ο φορολογούμενος έχει τη δυνατότητα να ρυθμίσει τις οφειλές του μέχρι και σε 48 δόσεις με βάση το Ν. 4152/2013είτε εναλλακτικά μέχρι και 240 δόσεις δια του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών του Ν. 4738/2020 εφόσον τα καταλογιζόμενα ποσά υπερβαίνουν τις 10.000 ευρώ.

elΕλληνικά